Ἐὰν διαβάσουμε τὰ συγγράμματα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων σοφῶν, ἀλλὰ κι ὅλων τῶν σοφῶν τοῦ κόσμου, θὰ δοῦμε πὼς θέλοντας νὰ διατυπώσουν τὸ δίκαιο, τὸ πρέπον, τὸ νόμιμο καὶ τὸ καλὸ ἔγραψαν πάρα πολλοὺς λόγους καὶ κατασκεύασαν μακροὺς διαλόγους καὶ βιβλία. Μερικὲς φορὲς πέτυχαν νὰ ποῦν καὶ νὰ γράψουν σπουδαῖα πράγματα, ἀλλὰ καὶ πολλὲς φορὲς ἔφεραν τοὺς ἀνθρώπους σὲ σύγχυση. Πολλὰ ἀπ’ αὐτὰ ποὺ εἶπαν οἱ σοφοί, ἀντὶ νὰ διαφωτίσουν τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ἔκαναν νὰ σκοτισθοῦν περισσότερο.
Ἀντίθετα, ὁ θειότατος Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν ἦλθε πάνω στὴ γῆ καὶ ἐνσαρκώθηκε, ξανάφερε στὴν ἐπιφάνεια τὸν ἔμφυτο νόμο τοῦ ἀνθρώπου κι ἔκανε τὴ βούλησή μας αἰτία τοῦ καλοῦ ἢ τοῦ κακοῦ, τοῦ νόμιμου ἢ τοῦ παράνομου, τοῦ δίκαιου ἢ τοῦ ἀδίκου. Μὲ λίγα λόγια εἶπε ὅλα ἐκεῖνα ποὺ χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος. «Καὶ καθὼς θέλεται ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31) ἢ «γίνεσθε οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί» (ὅπ.π. στίχ. 36). Πάνω στὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου ἂς κάνουμε μερικὲς παρατηρήσεις.
Περισσότερα: Ἡ ὁμοίωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό (Λουκ. 6,31-36)