Ἀποστολικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 27 Ὀκτωβρίου 2024, ΙΗ΄ Κυριακῆς Ἐπιστολῶν (Β΄ Κορ. θ΄ 6-11)

Ἀδελφοί, ὁ σπείρων φειδομένως φει­δο­μένως καὶ θε­ρί­σει, καὶ ὁ σπείρων ἐπ᾿ εὐλογίαις ἐπ᾿ εὐλογίαις καὶ θερίσει. ἕκαστος κα­θὼς προαιρεῖται τῇ καρ­δίᾳ, μὴ ἐκ λύπης ἢ ἐξ ἀνάγκης· ἱλαρὸν γὰρ δό­την ἀγαπᾷ ὁ Θεός. δυνα­τὸς δὲ ὁ Θεὸς πᾶσαν χάριν περισσεῦσαι εἰς ὑμᾶς, ἵνα ἐν παντὶ πάντοτε πᾶσαν αὐτάρκειαν ἔχοντες περισ­σεύητε εἰς πᾶν ἔργον ἀγα­θόν, καθὼς γέγραπται· ἐ­σκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πέ­νη­σιν· ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα. ὁ δὲ ἐ­πιχορηγῶν σπέρμα τῷ σπείροντι καὶ ἄρτον εἰς βρῶ­­σιν χορηγήσαι καὶ πλη­­θύναι τὸν σπόρον ὑ­μῶν καὶ αὐξήσαι τὰ γε­νή­ματα τῆς δικαιοσύνης ὑμῶν· ἐν παντὶ πλουτιζόμενοι εἰς πᾶ­σαν ἁπλότητα, ἥτις κα­τεργάζεται δι᾿ ἡμῶν εὐ­χαριστίαν τῷ Θεῷ.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ

«Ἐσκόρπισεν, ἔδωκε τοῖς πένησιν· ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα»

Ὁλόγος αὐτὸς ποὺ ἀκοῦμε στὴν ἀποστολικὴ περικοπὴ αὐτῆς τῆς Κυριακῆς ἀναφέρεται στὴν ἐλεημοσύνη· στὴν ἀφειδώλευτη προσφορά· στὴν ἔμπρακτη ἐκδήλωση ἀγάπης πρὸς αὐτοὺς ποὺ στεροῦνται τὰ ἀπαραίτητα. Μᾶς βεβαιώνει δὲ ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη ἔχει αἰώνια ἀμοιβὴ ἀπὸ τὸν Θεό. Ὁ ἐλεήμων ἄνθρωπος μοιράζει ἄφθονα καὶ δίνει στοὺς φτωχούς. Ἡ ἀρετή του αὐτὴ μένει γιὰ πάντα. Μὲ ἀφορμὴ τὸν θεόπνευστο αὐτὸ λόγο ἂς δοῦμε στὴ συνέχεια ὅτι ἡ ἐλεημοσύνη ἐνισχύει ἀφενὸς αὐτὸν ποὺ παίρνει καὶ ἀφετέρου πλουτίζει αὐτὸν ποὺ δίνει.

1. Ἐνίσχυση ὑλικὴ καὶ πνευματικὴ

Δὲν εἶναι λίγοι γύρω μας οἱ ἄνθρωποι, οἱ ὁποῖοι στεροῦνται τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴ συντήρησή τους. Τὰ τελευταῖα χρόνια μάλιστα ἡ οἰκονομικὴ κρίση στὴν Ἑλλάδα, ὁ ἐγκλεισμὸς καὶ οἱ πρόσφατες πλημμύρες σὲ μεγάλες ἐκτάσεις τῆς χώρας γονάτισαν οἰκονομικὰ πολλὲς ἐπιχειρήσεις καὶ ὁδήγησαν συνανθρώπους μας στὴ φτώχεια. Πάντα ὡστόσο ὑπῆρχαν καὶ θὰ ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ χρειάζονται ὑλικὴ συμπαράσταση· ἐνδεεῖς, ἐγκαταλειμμένοι, ἄποροι, ἄστεγοι, πεινασμένοι. Ὁ καλύτερος τρόπος ἐνισχύσεως τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν εἶναι ἡ ἐλεημοσύνη.

Ἡ Ἐκκλησία ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῶν ἁγίων Ἀποστόλων μέχρι καὶ σήμερα δὲν ἔπαψε νὰ μεριμνᾶ γιὰ τοὺς φτωχούς. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὀργάνωνε λογίες στὶς Ἐκκλησίες ποὺ ἵδρυε, διότι γνώριζε πόσο ἀνακουφίζονταν ἔτσι οἱ κατὰ τόπους ἐνδεεῖς. Μὲ θερμὰ λόγια προέτρεπε στὴν ὑλικὴ προσφορά. Ἀντίστοιχα καὶ ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος μᾶς συνιστᾶ νὰ ἐνισχύουμε τὸν φτωχὸ ἀδελφό μας καὶ μάλιστα νὰ μὴ δίνουμε μόνο ὅσα ἐκεῖνος μᾶς ζητεῖ, ἀλλὰ ὅσο περισσότερα μποροῦμε νὰ δώσουμε: «Μὴ δῷς μόνον ὅσον θέλει ἐκεῖνος, ἀλλ᾿ ὅσον δύνασαι» (ΕΠΕ 8Α, 294).

Ἀκόμη κι ἂν κάποιος δὲν ἔχει τὴν εὐχέρεια νὰ δώσει κάτι ὑλικό, μπορεῖ νὰ προσ­φέρει βοήθεια πνευματική. Μπορεῖ π.χ. νὰ ἀφιερώσει λίγο χρόνο γιὰ νὰ συντροφεύσει κάποιο μοναχικὸ ἄνθρωπο, νὰ δώσει ἐλπίδα στὸν ἀσθενή, ἀγάπη σὲ αὐτὸν ποὺ τὴ στερεῖται. Μπορεῖ νὰ παρηγορήσει κάποιον ποὺ πενθεῖ. Κάποτε μάλιστα ἡ πνευματικὴ ἐλεημοσύνη ἐνισχύει περισσότερο ἀπὸ τὴν ὑλικὴ προσφορά. Τὴν ἐλεημοσύνη αὐτὴ μποροῦμε νὰ τὴν προσφέρουμε ὅλοι μας, εἴτε εἴμαστε πλούσιοι εἴτε φτωχοί, καὶ νὰ ἀνακουφίσουμε τὸν ἐμπερίστατο συνάνθρωπό μας.

2. Οὐράνιος πλουτισμὸς

Ἡ ἐλεημοσύνη ὅμως δὲν ἐνισχύει μόνο αὐτὸν ποὺ παίρνει. Πρωτίστως πλουτίζει ἐκεῖνον ποὺ δίνει. Γιὰ τὴν ἀντίληψη τοῦ κόσμου αὐτὸς ποὺ μοιράζει στοὺς φτωχοὺς τὰ ἀγαθά του φαίνεται νὰ χάνει, νὰ στερεῖται. Συμβαίνει ὅμως τὸ ἀκριβῶς ἀντίθετο· μὲ τὴν ἐλεημοσύνη πλουτίζει καν­είς. Ὁ Ἀπόστολος, γιὰ νὰ τὸ ἐξηγήσει αὐτό, χρησιμοποίησε τὸ παράδειγμα τοῦ σπόρου. «Ὁ σπείρων ἐπ᾿ εὐλογίαις ἐπ᾿ εὐλογίαις καὶ θερίσει», εἶπε. Δηλαδή, ὅσο περισσότερο ἐλεεῖ κανείς, τόσο περισσότερα ἀγαθὰ θερίζει. Ὅπως κάποιος ποὺ φυτεύει τὸν σπόρο του, καὶ ἐνῶ τὸν θάβει καὶ φαίνεται ὅτι τὸν στερεῖται, ἀντίθετα παίρνει πολλαπλάσιο καρπό.

Ἀμείβεται στὴν παρούσα ζωή, διότι ἔχει τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ, τὸν σκεπάζει διαρκῶς ἡ θεία πρόνοιά του. «Μακάριος ὁ συνιῶν ἐπὶ πτωχὸν καὶ πένητα· ἐν ἡμέρᾳ πονηρᾷ ρύσεται αὐτὸν ὁ Κύριος» (Ψαλ. μ΄ [40] 2), σημειώνει ὁ ἱερὸς Ψαλμωδός. Τρισ­ευτυχισμένος εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἐνδιαφέρεται γι᾿ αὐτὸν ποὺ στερεῖται. Διότι θὰ τὸν λυτρώσει ὁ Κύριος, ὅταν τὸν βροῦν στενοχώριες καὶ συμφορές. Προσφέροντας δὲ αἰσθάνεται πληρότητα στὴν καρδιά του.

Ἀπολαμβάνει ἐπιπλέον δωρεὲς καὶ στὴν αἰώνια ζωή. «Ἡ δικαιοσύνη αὐτοῦ μένει εἰς τὸν αἰῶνα», ἐπισήμανε ὁ Ἀπόστολος. Ὁ ἐλεήμων πλουτίζει ὄχι σὲ φθαρτοὺς καὶ ἐφήμερους θησαυρούς, ἀλλὰ σὲ ἄφθαρτους καὶ αἰώνιους. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς πλοῦτος. Τελικὰ μόνο αὐτὰ ποὺ δίνει καν­εὶς γίνονται αἰώνια δικά του· τὰ μεταφέρει στὴν αἰωνιότητα· ἐξαγοράζει μὲ αὐτὰ τὴν αἰωνιότητα. Ἐνῶ ὅσα μὲ ἀπληστία κρατεῖ γιὰ τὸν ἑαυτό του, σύντομα τὰ χάνει παν­τοτινά.

Ἡ προσφορὰ λοιπὸν στὸ ἀνοιχτὸ χέρι τοῦ φτωχοῦ ἀδελφοῦ εἶναι μία κατάθεση στὴν τράπεζα τοῦ Οὐρανοῦ. «Ἐν τοῖς τῶν οὐρανῶν ταμιείοις ἀπόκειται, ὅπου οὐ κλέπτης διορύττει, οὐ λῃστὴς λαμβάνει, οὐ σὴς κατεσθίει» (ΕΠΕ 32, 506), ἐπισημαίνει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος. Ἐκεῖ κανένας κλέφτης δὲν μπορεῖ νὰ κάνει διάρρηξη, κανένας ληστὴς δὲν μπορεῖ νὰ ἁρπάξει καὶ καμιὰ σκουριὰ δὲν μπορεῖ νὰ φθείρει. Αὐτὴ εἶναι ἡ πιὸ ἔξυπνη καὶ κερδοφόρα ἐπένδυση· ἕνα δάνειο στὸν ἴδιο τὸν Θεό. «Δανείζει Θεῷ ὁ ἐλεῶν πτωχόν» (Παρ. ιθ΄ 17), ἀναφέρεται στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ὅποιος ἐλεεῖ τὸν φτωχό, δανείζει στὸν Θεό· ἔχει τὸν Θεὸ χρεώστη. Μὲ τὴν ἐλεημοσύνη δανείζουμε σ᾿ Ἐκεῖνον, ὁ Ὁποῖος μᾶς χάρισε τὰ πάντα. Τοῦ δανείζουμε ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ ποὺ Ἐκεῖνος μᾶς χάρισε.

Ἂς ἀνοίγουμε συνεπῶς τοὺς θησαυρούς μας στοὺς ἀναγκεμένους ἀδελφούς μας κι ἂς εἴμαστε βέβαιοι ὅτι μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ὄχι ἁπλῶς τοὺς ἐνισχύουμε ὑλικὰ ἢ πνευματικά, ἀλλὰ κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι πλουτίζουμε «εἰς τὸν αἰῶνα».