Κήρυγμα γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν Θεία Κοινωνία
Εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Υἱοῦ Πνεύματος.
Πόσο μυστηριώδης εἶναι ἡ Ἐκκλησία μας; Βρίσκεται στὴ ρίζα καὶ τὸν πυρήνα τῶν πραγμάτων καὶ ὅμως τόσο ὀδυνηρά, καὶ τρομακτικὰ διαιρεμένη.
Στὴν διακονία τῆς κοινωνίας, στὴ Θ. Λειτουργία, μετὰ τὰ λόγια: « Τὰ ἅγια τοῖς ἁγίοις», ὁ ἱερέας κόβει σὲ τεμάχια τὸν ἅρτο ποὺ ἔχει ἤδη καθαγιαστεῖ, ποὺ εἶναι τὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ λέγει: «Μελίζεται καὶ διαμερίζεται ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ μελιζόμενος καὶ μὴ διαιρούμενος, ὁ πάντοτε ἐσθιόμενος καὶ μηδέποτε δαπανώμενος, ἀλλά τοὺς μετέχοντας ἁγιάζων».
Αὐτὴ εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς Ἐκκλησίας μέσα στὴν ἱστορία; Ἄν ἀληθεύει ὅτι ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ ἄνθρωποι ποὺ πιστεύουν στὸν Χριστὸ, ποὺ μέσω τοῦ ἱεροῦ Βαπτίσματος πέθαναν καὶ ἀναστήθηκαν μ’ Ἐκεῖνον, ἄν εἶναι ἀλήθεια ὅτι ὅλοι ἐκεῖνοι εἶναι ἑνωμένοι μ΄ Ἐκεῖνον, τότε εἶναι ἐπίσης ἀλήθεια ὅτι ὑπάρχει ἑνότητα· ἀλλὰ εἶναι ἐπίσης τόσο ὁλοφάνερα ἀληθινὸ ὅτι εἴμαστε διασπασμένοι σὲ ὅλα τὰ ἐπίπεδα.
Τολμᾶμε νὰ ποῦμε ὅτι εἴμαστε μεταξύ μας ἕνα, ἔτσι ποὺ τίποτα νὰ μὴν μπορεῖ νὰ διαρρήξει τοὺς δεσμοὺς ἀλληλεγγύης καὶ ἀγάπης; Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι οἱ Ἐκκλησίες ποὺ ὀνομάζονται Χριστιανικὲς εἶναι ἑνωμένες σὲ τέτοιο βαθμὸ, ὥστε νὰ μὴν ὑπάρχει ἀπόκλιση, ἀνταγωνισμὸς, ὑποψία, ἀμοιβαία ἀντιπάθεια· ὅλα αὐτὰ ποὺ εἶναι ἀδιανόητο νὰ συμβαίνουν σ’ ἕνα σῶμα ποὺ κυριαρχεῖται άπὸ ἕνα πνεῦμα, καὶ ποὺ καλεῖται νὰ εἶναι γιὰ τὸν κόσμο μιὰ ἀποκάλυψη τοῦ γεγονότος ὅτι ὁ Θεὸς ἦλθε στὸν κόσμο, σ’ ἕναν κόσμο κομματιασμένο, διαιρεμένο καὶ ἕνωσε τὰ πάντα, ὅπως τὸ κλειδὶ τῆς ἁρμονίας στὴ μουσική· εἶναι κατανοητό; Κι ὅμως ἔτσι εἶναι.
Μπορεῖ νὰ λέμε ὅτι κανένας ἄλλος δὲν μπορεῖ νὰ ἔχει ἐμπειρία τῆς ἑνότητας γιὰ τὴν ὁποία μιλᾶμε, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἁγίους. Ἀλλὰ αὐτὸ δὲν εἶναι ἀρκετὸ. Τὸ νὰ λέμε ὅτι μόνο οἱ ἅγιοι βιώνουν αὐτὴ τὴν ἐμπειρία, δὲν σημαίνει ὅτι ἔχουμε δικαίωμα νὰ μένουμε στὸ περιθώριο καὶ στὴν καθημερινότητα μας καὶ αὐτὸ ποὺ προσλαμβάνουμε μὲ τόσο ὀδυνηρὸ τρόπο εἶναι ἡ διάσπαση καὶ ὁ χωρισμός. Μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον; Ὄχι βέβαια. Ἀγαπᾶμε λίγους, ἀγνοοῦμε τοὺς πολλοὺς, ἀπεχθανόμαστε ἤ μισοῦμε ἄλλους ἄνθρωπους. Εἴμαστε ἕνα; Ναί· σὲ στιγμὲς εὐλογημένες, ὅταν ὑπερισχύει ἡ προσευχὴ, ὅταν ὁ Θεὸς ἔχει τὸν πρῶτο ρόλο, ὅταν ξεχνᾶμε τὸν ἑαυτό μας καὶ βλέπουμε τὸν ἄλλον ,κατά κάποιον τρόπο, μέσα στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ · ἀλλὰ ὄχι ἀλλιῶς.
Τίθεται στὸν καθένα μας ἕνα ἐρώτημα. Ἔχω δικαίωμα νὰ προσέλθω στὸ Τραπέζι τοῦ Κυρίου; Ἴσως ἄν κηρύττω, στὸ βαθμὸ ποὺ γνωρίζω καὶ κατανοῶ, τὴν ἀκεραιότητα τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ἀλλὰ δὲν ἀρκεῖ νὰ κηρύττουμε μὲ τὸ στόμα· μπορεῖ κάποιος νὰ ταυτιστεῖ μὲ αὐτὰ ποὺ λέει μὲ τέτοιο τρόπο, ὥστε ὅ,τι διδάσκει, ὅ,τι ὁμολογεῖ νὰ εἶναι ἡ ζωή του Μπορεῖ νὰ γίνουμε αἱρετικοὶ, ἀποστάτες τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Χριστοῦ μὲ τὸν τρόπο ποὺ ζοῦμε καὶ γι’ αὐτὸ ὁ Ἀπόστολος μᾶς λέει: «Προσέχετε! προσέχετε! Νὰ εἶστε προσεκτικοὶ πῶς ζεῖτε», μήπως ἐνῶ προσέρχεστε γιὰ νὰ μεταλάβετε, καταδικαστεῖτε, μήπως προσέρχεστε στὴ θ. Κοινωνία καὶ δὲν μπορεῖτε νὰ κοινωνήσετε μὲ τὸν Θεὸ στὸν ὁποῖο πηγαίνετε. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος χρησιμοποιεῖ πολὺ τρομακτικὰ λόγια γι’ αὐτὸ, ὅταν λέει ὅτι θὰ πρέπει νὰ ἔχουμε βαθιὰ συναίσθηση στὸ πῶς λαμβάνουμε τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ ποὺ, ἐπειδὴ εἶναι φωτιὰ, ἴσως μᾶς κατακάψει.
Ἴσως τὸ πιὸ τραγικὸ σημεῖο εἶναι ὅτι δὲν συνειδητοποιοῦμε τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ Σῶμα καὶ τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι φωτιὰ, ὅτι προσλαμβάνοντας τα ἀνάξια, κατακαιγόμαστε, ξεραινόμαστε , καὶ σταδιακά γινόμαστε στάχτη. Ὑπάρχει ἀκόμα ἕνας ἄλλος λόγος τοῦ Ἁγίου Συμεών τοῦ Ν. Θεολόγου ποὺ προειδοποιεῖ· κάποιος ποὺ πλησιάζει τὴ Θ. Κοινωνία δίχως ζωντανὴ μέσα του τὴν ἐπίγνωση τῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ποὺ συναντᾶμε στὸ μυστήριο, δὲν λαμβάνει οὔτε τὸ Σῶμα, οὔτε τὸ Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, ἐπειδὴ τὸ ἔλεος τοῦ Χριστοῦ ἐπιτρέπει νὰ λαμβάνει μόνο ψωμί καὶ κρασί. Δὲν εἶναι αὐτὸ τραγικό;
Ὅταν σκεφτόμαστε τὸν ἑαυτό μας, ἀναρωτιόμαστε, ποιὸς ἀπὸ ἐμᾶς μπορεῖ νὰ λάβει τὰ Τίμια Δῶρα; Ναὶ, πρέπει νὰ διδάσκουμε τὴν ὀρθὴ πίστη, πρέπει ν’ ἀνήκουμε στὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ δὲν ἀρκεῖ. Πρέπει ν’ἀνήκουμε μὲ τὴ ζωή μας· ἡ ζωή μας ὅλη πρέπει νὰ εἶναι σύμφωνη μὲ τὴ ζωή τοῦ Χριστοῦ, οἱ σκέψεις μας μὲ τὶς σκέψεις Του, οἱ καρδιὲς μας νὰ συντονίζονται μὲ τὴν καρδιά Του, ἡ θέληση μας νὰ εἶναι ἕνα μὲ τὴ δική Του· ὄχι τέλεια, ἐπειδὴ εἴμαστε ἀκόμα ἀνίκανοι γι’ αὐτὸ, ἀλλὰ τουλάχιστον στὴν λαχτάρα, στὴν θέληση, σὲ μιὰ παθιασμένη, αὐστηρὴ προσπάθεια νὰ ὑπερνικήσουμε κάθετι ξένο πρὸς αὐτό.
Ποιὸς δικαιοῦται νὰ προσέλθει; Σίγουρα κανένας ποὺ δὲν βρίσκεται ἐδῶ ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τῆς λειτουργίας, ἐπειδὴ ἡ λειτουργία δὲν εἶναι κάτι ποὺ γίνεται ἀπὸ τὸν ἱερέα, εἶναι κάτι ποὺ πραγματοποιεῖται μέ τὴν κοινότητα τῶν πιστῶν, καὶ κάθε μέλος της δραστηριοποιεῖται γιὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ· κι ἔτσι, ἄν δὲν σᾶς ἐνδιαφέρει νὰ βρίσκεστε ἐδῶ ἀπὸ τὴν ἀρχή τῆς λειτουργίας, νὰ μὴν τολμᾶτε νὰ προσέρχεστε στὴ Θ. Κοινωνία. Δὲν ὑπάρχει χῶρος γιὰ ἐσᾶς. Ἄν ἀνακαλύψουμε μῖσος, ἀπόρριψη κάποιου, ἄν ἀρνούμαστε ἐνδόμυχα νὰ εἰρηνεύσουμε στὴν καρδιά μας, τὴ θέληση, τὴ ζωή καὶ τὶς πράξεις μας, δὲν μποροῦμε νὰ τολμᾶμε νὰ ἔλθουμε γιὰ νὰ μεταλάβουμε. Ὁ Χριστὸς εἶπε: « Ἄν φέρετε τὸ δῶρο σας στὸ θυσιαστήριο καὶ νοιώσετε ὅτι ἔχετε κάτι μὲ κάποιον, ἀφῆστε τὸ δῶρο σας καὶ πηγαίνετε νὰ εἰρηνεύσετε μὲ τὸν ἀντίδικό σας», καὶ μόνο τότε νὰ ἔλθετε, ἐπειδὴ διαφορετικὰ θὰ καταδικαστοῦμε, γιατὶ ζητᾶμε νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Χριστὸ, ἐνῶ ἀπορρίπτουμε κάποιον γιὰ τὸν ὁποῖο ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ τὸν ὁποῖο πέθανε ἐπάνω στὸ σταυρό.
Ἔτσι ἄς εἴμαστε πολὺ, πολὺ προσεχτικοί. Δὲν εἶναι ἡ ἀπληστία ποὺ θὰ πρέπει νὰ μᾶς φέρει στὴν Θ.Κοινωνία, δὲν εἶναι ἡ ἐπιθυμία νὰ λάβουμε κάτι μόνο γιὰ ἐμᾶς, εἶναι ἡ ἐπιθυμία νὰ ἑνωθοῦμε μὲ τὸν Χριστὸ, ἔτσι ποὺ νὰ ταιριάξουμε μ’ Ἐκεῖνον στὶς σκέψεις, στὴν καρδιά, στὰ ἔργα, σὲ ὅ,τι βρίσκεται μέσα μας, καὶ νὰ ζητήσουμε νὰ τὸ κάνει γιὰ ἐμᾶς μὲ τὴ δύναμη καὶ τὴ χάρη Του. Ἔτσι, ἄς τὸ σκεφτόμαστε αὐτὸ ξανὰ καὶ ξανά. Εἶναι δυνατὸν νὰ ἔρχεστε νὰ κοινωνᾶτε μόνο γιὰ νὰ παίρνετε καὶ ὄχι γιὰ νὰ μοιράζεστε μὲ τὸν Χριστὸ τὴ μοίρα Του; Μποροῦμε νὰ λέμε στὴν Κυριακὴ προσευχὴ, «συγχώρησε μας, ὅπως συγχωροῦμε», ἄν δὲν ὑπάρχει συγχώρεση στὴν καρδιά μας, καὶ σ’ αὐτὴ τὴ περίπτωση, πῶς μποροῦμε νὰ κοινωνοῦμε;
Ἄς προβληματιστοῦμε λίγο μήπως ἡ προειδοποίηση τοῦ Ἁγίου Συμεὼν καὶ ἡ πιὸ τρομακτικὴ προειδοποίηση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ταιριάζουν μὲ τὴ ζωή μας. Ἀμήν.