Άγιος Ιάκωβος ο Πέρσης ο Μεγαλομάρτυρας
"Πεισθεὶς τῇ καλῇ, συζύγῳ καρτερόψυχε, καὶ τὸ φοβερόν, κριτήριον φοβούμενος, τῶν Περσῶν τὸ φρόνημα, καὶ τὸν φόβον Ἰάκωβε κατέπτυσας, καὶ ἀνεδείχθης Μάρτυς θαυμαστός, τὸ σῶμα ὡς κλῆμα συντεμνόμενος."
Ο Άγιος Ιάκωβος έζησε το 4ο αιώνα μ.Χ. στην Περσία, στην πόλη Βηθλαβά, και ανήκε σε επίσημη και εύπορη οικογένεια. Αν και Χριστιανός από τη γέννησή του, παρασύρθηκε από το φίλο του βασιλιά των Περσών Ισδιγέργη και αρνήθηκε το Χριστό.
Από την αιώνια απώλεια τον έσωσαν οι αντιδράσεις και οι προσευχές της μητέρας και της συζύγου του, που του δήλωσαν ότι, αν επιμείνει στην άρνηση του Κυρίου, δε θα ήθελαν να έχουν την παραμικρή σχέση μαζί του. Τα λόγια αυτά και ασφαλώς το έλεος του Θεού συνέτισαν τον Ιάκωβο, ο οποίος δεν αρκέστηκε στην αποκήρυξη των ειδώλων. Παρουσιάστηκε αυτόβουλα στο βασιλιά και με παρρησία ομολόγησε το Χριστό, κάτι που είχε ως συνέπεια να βασανιστεί σκληρά και να θανατωθεί με ξίφος.
Μέσα από το βίο του Αγίου Ιακώβου, που είναι ιδιαίτερα συγκινητικός, αναδεικνύεται η σωτηριώδης δύναμη της μετάνοιας, που όχι απλά οδηγεί στη συγχώρηση των αμαρτιών, αλλά και στην αγιότητα και την ένωση του ανθρώπου με τον Τριαδικό Θεό.
Αφιερωμένος στο όνομά του Μεγαλομάρτυρα Αγίου Ιακώβου του Πέρσου είναι ο βουβός και σκλαβωμένος ναός του στην εντός των τειχών πόλη της Λευκωσίας, στη γραμμή κατάπαυσης τους πυρός, πλησίον της Παναγίας Χρυσαλινιωτίσσης, όπου προσωρινά μεταφέρθηκε και εορτάζεται πανηγυρικά η μνήμη του. Οι παλαιότεροι κάτοικοι της Λευκωσίας μαρτυρούν ότι εκεί υπήρξε μοναστήρι, το οποίο, σε εποχές δύσκολες για την πατρίδα μας, διαμορφώθηκε σε βρεφοκομείο και ορφανοτροφείο, δηλ. χώρο ασφάλειας και ανατροφής των παιδιών που δεν είχαν γονείς ή δεν μπορούσαν οι γονείς να τα μεγαλώσουν.