Ἡ ὁμοίωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸν Θεό (Λουκ. 6,31-36)

  
 
«Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ Πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί»

 

Ἐὰν διαβάσουμε τὰ συγγράμματα τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων σοφῶν, ἀλλὰ κι ὅλων τῶν σοφῶν τοῦ κόσμου, θὰ δοῦμε πὼς θέλοντας νὰ διατυπώσουν τὸ δίκαιο, τὸ πρέπον, τὸ νόμιμο καὶ τὸ καλὸ ἔγραψαν πάρα πολλοὺς λόγους καὶ κατασκεύασαν μακροὺς διαλόγους καὶ βιβλία. Μερικὲς φορὲς πέτυχαν νὰ ποῦν καὶ νὰ γράψουν σπουδαῖα πράγματα, ἀλλὰ καὶ πολλὲς φορὲς ἔφεραν τοὺς ἀνθρώπους σὲ σύγχυση. Πολλὰ ἀπ’ αὐτὰ ποὺ εἶπαν οἱ σοφοί, ἀντὶ νὰ διαφωτίσουν τοὺς ἀνθρώπους, τοὺς ἔκαναν νὰ σκοτισθοῦν περισσότερο.

Ἀντίθετα, ὁ θειότατος Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ὅταν ἦλθε πάνω στὴ γῆ καὶ ἐνσαρκώθηκε, ξανάφερε στὴν ἐπιφάνεια τὸν ἔμφυτο νόμο τοῦ ἀνθρώπου κι ἔκανε τὴ βούλησή μας αἰτία τοῦ καλοῦ ἢ τοῦ κακοῦ, τοῦ νόμιμου ἢ τοῦ παράνομου, τοῦ δίκαιου ἢ τοῦ ἀδίκου. Μὲ λίγα λόγια εἶπε ὅλα ἐκεῖνα ποὺ χρειάζεται ὁ ἄνθρωπος. «Καὶ καθὼς θέλεται ἵνα ποιῶσιν ὑμῖν οἱ ἄνθρωποι, καὶ ὑμεῖς ποιεῖτε αὐτοῖς ὁμοίως» (Λουκ. 6,31) ἢ «γίνεσθε οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί» (ὅπ.π. στίχ. 36). Πάνω στὰ λόγια αὐτὰ τοῦ Κυρίου ἂς κάνουμε μερικὲς παρατηρήσεις. 

Οἱ ἄνθρωποι ὁμοιάζουν μὲ τὸ Θεὸ

Ἕνας μεγάλος ἀσκητὴς τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὅσιος Νεῖλος, κάνει τὴν ἀκόλουθη παρατήρηση: Ὅπως τὰ παιδιὰ μὲ τοὺς γονεῖς τους ἔχουν κοινοὺς χαρακτῆρες, δηλ. ἔχουν ὁμοιότητες στὸ πρόσωπο καὶ στὸ σῶμα κι ἀπ’ αὐτὲς τὶς ὁμοιότητες καταλαβαίνουμε τίνος γιὸς εἶναι κάποιος, τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ μὲ τὴ συμπεριφορὰ ἑνὸς ἀνθρώπου. Ἀπὸ τὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα του καταλαβαίνουμε τίνος διδασκάλου εἶναι κάποιος μαθητής. Τὸ ἴδιο καὶ ἀκόμη περισσότερο συμβαίνει μὲ τοὺς μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ, δηλ. τοὺς Χριστιανούς. Οἱ πιστοὶ Χριστιανοὶ εἶναι μαθητὲς τοῦ αἰώνιου Πατέρα· «ὅστις γὰρ ἂν ποιήσῃ τὸ θέλημα τοῦ Πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς, αὐτός μου ἀδελφὸς καὶ ἀδελφὴ καὶ μήτηρ ἐστίν» (Ματθ. 12,50). Ἀλλοῦ πάλι λέγει· «μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε… οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρήζετε τούτων ἁπάντων» (ὅπ.π. 6,25 καὶ 32). Ὁ Πατέρας μας ὁ οὐράνιος, ἐφ’ ὅσον εἴμαστε παιδιά Του, θὰ μᾶς φροντίσει. Ἔχουμε συγγένεια καὶ οἰκείωση μὲ τὸ Θεό. Αὐτὸς εἶναι πατέρας μας καὶ μεῖς παιδιά Του. Μέσα στὸ Εὐαγγέλιο ὁ Κύριος μᾶς δείχνει τὰ σημάδια, γιὰ νὰ γίνουμε παιδιά Του, ἐφ’ ὅσον βέβαια τὸ θελήσουμε· «Μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ ὅτι πρᾶός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ» (Ματθ. 11,29). Ἀφοῦ ὁ κύριος εἶναι πρᾶος καὶ ταπεινὸς καὶ τὰ παιδιὰ Του ὀφείλουν νὰ εἶναι ἔτσι. «Έσεσθε οὖν ὑμεῖς τέλειοι, ὥσπερ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς τέλειος ἐστίν» (ὅπ. π. 5,48). Ἢ αὐτὸ ποὺ μᾶς λέγει στὸ σημερινὸ ἀνάγνωσμα, δηλ. νὰ γίνουμε οἰκτίρμονες (εὔσπλαχνοι), γιατί καὶ ὁ Θεὸς εἶναι τέτοιος (Λουκ. 6,36).

 

Σὲ ποιὰ μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε τὸ Θεό;

Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος παρατηρεῖ πὼς δὲν καλούμαστε ἀπ’ τὸ Θεὸ νὰ Τὸν μιμηθοῦμε στὴν παντοδυναμία, στὴ σοφία ἢ στὰ θαύματα, ἀλλὰ στὴν ἀγάπη, στὴν καλοσύνη, στὴν εὐσπλαχνία. Ὁ Θεὸς εἶναι ἀπόλυτα ἐλεήμων καὶ εὔσπλαχνος, ἀλλὰ καὶ ἡ εἰκόνα Του, ποὺ εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀνάλογα μὲ τὴ δύναμη ποὺ διαθέτει, δηλ. «συμμέτρως», μπορεῖ νὰ μιμηθεῖ τὸ Θεὸ στὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον. Μποροῦμε νὰ συγχωρήσουμε τοὺς ἐχθρούς μας κι ἐκείνους ποὺ μᾶς ἔκαναν κακό. Ἡ συγγένειά μας μὲ τὸ Θεὸ φαίνεται σ’ αὐτὲς τὶς καταστάσεις. Μποροῦμε νὰ μιμηθοῦμε τὸ Θεὸ στὴν εὐσπλαχνία. Ὁ Θεός, κατὰ τοὺς Πατέρες, ἐπειδὴ εἶναι ἡ πηγὴ τῆς χάριτος, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς σοφίας, «πᾶσιν ἀδεῶς ταύτην (τὴν χάριν) μεταδίδωσιν››, τὰ δίνει ὅλα χωρὶς φόβο καὶ χωρὶς νὰ ἀδικήσει κανέναν. Αὐτὸ μεταφράζεται ὡς ἑξῆς γιά μᾶς: Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, μηδενὸς ἑξαιρουμένου, μποροῦμε νὰ ὁμοιάσουμε μὲ τὸ Θεὸ ὡς πρὸς τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εὐσπλαχνία.

 

Ἡ ἁμαρτία ἐμπόδιο ἀνάμεσα στὸ Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο

Ἡ ἁμαρτία μᾶς ἔκανε μεγάλη ζημιά. Τὴν μὲν ἀγάπη πρὸς τὸν ἑαυτό μας τὴν αὔξησε, ἐνῶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον τὴ μείωσε. Ἔτσι καταντήσαμε μισάνθρωποι. Τὸ κήρυγμα ποὺ ἔχει περιεχόμενο τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς ἐχθρούς μας, θεωρεῖται ἀφέλεια. Ἡ ἀγάπη εἶναι κατάσταση, σύμφωνα μὲ τὴν ἄποψη τῶν πολλῶν, τῶν ταπεινῶν ἀνθρώπων. Ἐὰν δείξουμε ἀγάπη στοὺς ἄλλους, κινδυνεύουμε νὰ χαρακτηριστοῦμε χαζοὶ κι ἀσήμαντοι. Δὲν μποροῦν νὰ πιστεύσουν οἱ ἄνθρωποι πὼς προάγονται μὲ τὴν καλοσύνη καὶ τὴν εὐσπλαχνία. Ὅποιος ἔφθασε νὰ προσεύχεται γιὰ τοὺς ἐχθρούς του, ἔφθασε στὴν κορυφὴ τῶν ἀρετῶν. «Ἀγάπης ἀνυποκρίτου τεκμήριον, ἀδικημάτων συγχώρησις», θὰ τονίσει ὁ ἅγιος Μᾶρκος ὁ ἀσκητής.

 

Ἀδελφοί μου,

Ἀντὶ νὰ φροντίζουμε νὰ ἐπιβληθοῦμε μὲ τὴ δύναμη τῆς ἐξουσίας καὶ τῶν ὅπλων, ἂς καλλιεργήσουμε τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν πλησίον, γιὰ νὰ ὁμοιάσουμε μὲ τὸ Θεὸ καὶ νὰ κληρονομήσουμε τὴ Βασιλεία Του, ποὺ εἶναι κοινωνία ἀγάπης.